Γράφει η Κατερίνα Κατσεβού
Η θεατή όψη των δημοσκοπήσεων δείχνει προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ στην πρόθεση ψήφου, προβλήματα στα «στρατόπεδα» του κυβερνητικού συνασπισμού και διψήφιο ποσοστό για τη Χρυσή Αυγή. Η αθέατη όψη είναι περισσότερο αποκαλυπτική: ο αριθμός των...
αναποφάσιστων αυξάνεται σημαντικά, η κρίση αξιοπιστίας της πολιτικής είναι ακόμη εδώ, τα ποσοστά όλων των κομμάτων είναι εξαιρετικά χαμηλά και οι ειδικοί αρχίζουν να ψιθυρίζουν «μήπως έχουμε φαινόμενο αποδόμησης του κομματικού συστήματος;».

Η πληθώρα των δημοσκοπήσεων που φτάνει στα γραφεία των εκλογικών αναλυτών έχει σαφή ευρήματα για την πραγματική εικόνα κομμάτων και αρχηγών, πολιτικής και πολιτικών. Πίσω από τους αριθμούς και τις πολύχρωμες «μπάρες» υπάρχουν γκρίζες ζώνες-παγίδες για επικοινωνιακά σόου και σκιές-βαρίδια για φιλόδοξα άλματα.

Πρωτιά χωρίς δυναμική 

Η ανάλυση των πρόσφατων μετρήσεων δείχνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί το προβάδισμά του έναντι της ΝΔ, ωστόσο εστιάζοντας στα ευρήματα καταδεικνύεται ένα κρίσιμο και χρήσιμο για τους εκλογολόγους στοιχείο: ότι η πρωτιά δεν οφείλεται σε αύξηση της δύναμής του αλλά σε υποχώρηση των ποσοστών της ΝΔ. Η συσπείρωσή του δεν υπερβαίνει το 75% (κυμαίνεται στο πλαίσιο του εκλογικού αποτελέσματος), ενώ, παρά τα νέα σκληρά μέτρα που ψηφίστηκαν, δεν έχει καταφέρει να σπάσει το φράγμα του 30%, ποσοστό που πιθανώς αγγίζει με την αναγωγή επί των εγκύρων. Κι εδώ όμως οι ειδικοί σημειώνουν μια παρατήρηση: ότι η «αναγωγή έχει σημασία μόνο σε προεκλογική περίοδο», καθώς τότε οι συνθήκες είναι διαφορετικές, αφού «η τράπουλα ανακατεύεται ξανά». 

Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές κρατούν στα συρτάρια τους τις δημοσκοπήσεις των προηγούμενων ετών, όπου το δίπολο ΠΑΣΟΚ-ΝΔ ξεπερνούσε το 70%-75% και εστιάζουν στη νέα πραγματικότητα, όπου το πρώτο κόμμα, από τις εκλογές του Μαΐου μέχρι σήμερα, μένει στη χαμηλή «οροφή» του.

Μνημονιακή φθορά 

Στα κυβερνητικά κόμματα, και κυρίως στο ΠΑΣΟΚ, ο καθρέφτης αντανακλά μεγάλα τραύματα: μπορεί η ΝΔ να βλέπει τη συσπείρωσή της να είναι δέκα μονάδες πιο κάτω απ’ ό,τι στην κάλπη του Ιουνίου, ωστόσο στο ερώτημα ποιος είναι καταλληλότερος πρωθυπουργός ο Αντώνης Σαμαράς είναι δέκα μονάδες πάνω από τον Αλέξη Τσίπρα. 

Το ΠΑΣΟΚ –με τα μεγαλύτερα τραύματα ανοιχτά– έχει δραματική πτώση, ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, το υψηλό ποσοστό των αναποφάσιστων προέρχεται τόσο από τη ΝΔ όσο και από το ΠΑΣΟΚ. «Θεωρητικά θα μπορούσε να ονομαστεί “εφεδρεία” των δύο κομμάτων, εφόσον το στοίχημα της συγκυβέρνησης πετύχει, υπάρξουν σημάδια ανάκαμψης στον ορίζοντα και η αξιωματική αντιπολίτευση δεν εκφράσει αξιόπιστο πολιτικό λόγο» είναι το σχόλιο εκλογικού αναλυτή. Η ΔΗΜΑΡ βρίσκεται λίγο-πολύ στα ποσοστά των εκλογών του Μαΐου, ενώ για το τρίτο κόμμα, τη Χρυσή Αυγή, η πλειονότητα των εκλογολόγων συμφωνεί ότι πρόκειται για ψήφο διαμαρτυρίας και όχι για εναλλακτική λύση.

Τα χαμηλά ποσοστά στο σύνολο των κομμάτων που καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν για μία ακόμη φορά την κρίση αξιοπιστίας της πολιτικής. Είναι ενδεικτικό ότι κατά τη διάρκεια των τηλεφωνικών ερευνών οι πολίτες που καλούνται να απαντήσουν στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής αν επιθυμούν να μείνει η χώρα στο ευρώ δηλώνουν ότι «θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ, αλλά είμαστε άξιοι για να το πετύχουμε;». Ένα ενισχυτικό επιχείρημα είναι η απάντηση στο ερώτημα αν οι πολίτες επιθυμούν πρόωρες εκλογές. Όπως προκύπτει από το σύνολο των ερευνών, η συντριπτική πλειοψηφία δηλώνει «όχι» σε πρόωρες κάλπες, όμως ταυτόχρονα ένα ποσοστό πάνω από το 50% θεωρεί ότι αναγκαστικά θα έρθουν πρόωρες εκλογές μπροστά σε ένα αδιέξοδο. Η κρίση αξιοπιστίας «επιβεβαιώνεται» και από την υψηλή αποχή, η οποία στις προηγούμενες εκλογές έσπασε νέο ρεκόρ (γύρω στο 35%).

Κινούμενη άμμος 

Το πιο σημαντικό όμως εύρημα για την παρούσα συγκυρία αλλά και για την επόμενη μέρα, όπως αναφέρουν οι εκλογικοί αναλυτές, είναι η μεταβλητότητα της ψήφου. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις εκλογές του Μαΐου οι έξι στους δέκα ψηφοφόρους ψήφισαν διαφορετικό κόμμα από αυτό που είχαν ψηφίσει στις εκλογές του Οκτωβρίου του 2009 (επρόκειτο κυρίως για ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ). Το εντυπωσιακό είναι ότι στην κάλπη του Ιουνίου (ένα μήνα μετά) οι τέσσερις στους δέκα ψήφισαν και πάλι διαφορετικό κόμμα, προκαλώντας το ερώτημα στους ειδικούς αν πρόκειται πια για φαινόμενο αποδόμησης του κομματικού συστήματος.

Όπως επισημαίνουν, με την εικόνα που υπάρχει μέχρι σήμερα –την κυβέρνηση να παρακολουθεί τη διαμάχη μεταξύ ΔΝΤ και Μέρκελ και να περιμένει, από καθυστέρηση σε καθυστέρηση, να κλειδώσει η σούπερ δόση των 44 δισ. ευρώ– και με τον «πρώτο» στην πρόθεση ψήφου ΣΥΡΙΖΑ να μην αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση, δεν αναμένονται θαύματα στο δείκτη των δημοσκοπήσεων.

Νέο κόμμα; 

Οι αναλυτές σημειώνουν επίσης ότι ακόμη και η παράσταση νίκης, όπου το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερο από εκείνο της ΝΔ, δεν αποτυπώνει πλέον την «αίσθηση» των πολιτών –όπως συνέβαινε την περασμένη δεκαετία– αλλά αντιπροσωπεύει αυτό που μεταδίδουν τα media: δηλαδή τις αποφάσεις της κυβέρνησης για νέα επώδυνα μέτρα και νέες σκληρές περικοπές σε συνταξιούχους και εργαζομένους.

Το νέο ερώτημα που τίθεται –και από τους πολιτικούς αναλυτές– είναι εάν στο λαβωμένο από το μνημόνιο πολιτικό σκηνικό έχουν ελπίδα νέοι κομματικοί σχηματισμοί. Και πάλι όμως δεν μπορούν να δώσουν απάντηση, καθώς, όπως υποστηρίζουν, όλα θα εξαρητηθούν από το αν ο κυβερνητικός συνασπισμός θα αποδείξει με την πολιτική του ότι μπορεί να απαλύνει τα βαριά τραύματα της κοινωνίας και τελικά να την πείσει ότι αξίζει να τον εμπιστευτεί.

Από:  citypress.gr
 
Top